Η χαρτογράφηση λεμφαδένων είναι μια απεικονιστική εξέταση που αποσκοπεί στον εντοπισμό και χαρακτηρισμό διογκομένων λεμφαδένων. Σαν διαδικασία εξέτασης δεν διαφέρει από έναν απλό υπέρηχο όπως για παράδειγμα μία εξέταση θυρεοειδούς, είναι όμως αρκετά απαιτητική για τον απεικονιστή που την πραγματοποιεί.
Συγκεκριμένα προϋποθέτει
- Καλή γνώση της ανατομίας της περιοχής που ελέγχεται.
- Συσχέτιση της ελεγχόμενης ομάδας λεμφαδένων με την περιοχή που παροχετεύει σε αυτούς.
- Ικανότητα διαφορικής διάγνωσης ανάμεσα σε καλοήθεις και κακοήθεις λεμφαδένες και δυνατότητα πραγματοποίησης βιοψίας για επιβεβαίωση της διάγνωσης.
- Δυνατότητα βιντεοσκόπησης και ψηφιακής αποθήκευσης της εξέτασης σε σύστημα PACS για συγκριτική εκτίμηση στο μέλλον.
Εφαρμογές της μεθόδου
Ο μυοσκελετικός υπέρηχος μπορεί να εφαρμοσθεί σε όλο το σώμα αρκεί να υπάρχει ικανή διαπερατότητα των κυμάτων και καλή γνώση της ανατομικής από την πλευρά του εξεταστή .Ιδιαίτερα χρήσιμη είναι η μέθοδος στα άνω και κάτω άκρα όπου χρησιμοποιούνται ηχοβολείς υψηλής ευκρίνειας.
Ως μέθοδος εκλογής ή πρώτης προσέγγισης η υπερηχοτομογραφία εφαρμόζεται στη διάγνωση τενοτίτιδας, τενοντοελυτρίτιδας, ρήξεων-θλάσεων μυών και τενόντων , ρήξη συνδέσμων , εκτίμηση αρθρικής συλλογής , ταξινόμηση και εκτίμηση αρθριτιδικών αλλοιώσεων και οστικών διαβρώσεων, αλλοιώσεων μαλακών μορίων , διαφοροδιάγνωση φλεγμονωδών από άλλου τύπου αλλοιώσεις , θυλακίτιδες.
Ο υπέρηχος είναι η μόνη μέθοδος που μπορεί να εφαρμοσθεί με ευκολία η δυναμική εξέταση και η σύγκριση με την υγιή πλευρά και επίσης συμπληρωματικά μπορεί να εφαρμοσθεί η ελαστογραφία που δίνει μοναδικές πληροφορίες για τη σκληρότητα των αλλοιώσεων. Επιπρόσθετα οι υπερηχολογικά καθοδηγούμενες επεμβατικές πράξεις χαρακτηρίζονται από ασύγκριτα μεγαλύτερη ακρίβεια και ποσοστά επιτυχίας.
Σαν διαδικασία εξέτασης δεν διαφέρει από έναν απλό υπέρηχο όπως για παράδειγμα μία εξέταση θυρεοειδούς, είναι όμως αρκετά απαιτητική για τον απεικονιστή που την πραγματοποιεί.