Το υπερηχογράφημα νεογνικού εγκεφάλου αποτελεί βασική εξέταση στην διερεύνηση ενός νεογνού.
Ως εξέταση έχει όλα τα προτερήματα των υπερήχων δηλαδή είναι απόλυτα φιλική προς τον ασθενή, χωρίς ιονίζουσα ή μη ακτινοβολία, δεν χρειάζεται καταστολή του εξεταζόμενου, είναι εύκολα προσβάσιμη και γρήγορη εξέταση. Είναι ιδιαίτερα χρήσιμη στα πρόωρα νεογνά.
Μειονεκτήματα της μεθόδου αποτελούν η ανάγκη επαρκώς ανοιχτής πηγής μέσω της οποίας θα ελεγχθεί ο εγκέφαλος και η εξάρτηση της από τον εξεταστή δηλαδή αυτός που θα κάνει την εξέταση πρέπει να έχει εξειδικευθεί σε αυτή, φυσικά αυτό αποτελεί μία γενικευμένη αναγκαιότητα στην ακτινολογία και ειδικά σε όλους όσους ασχολούνται με τον υπέρηχο.
Η εξέταση λόγω της ευκολίας είναι ιδιαίτερα χρήσιμη στην ανίχνευση παθολογίας γύρω από το κοιλιακό σύστημα, δηλαδή τους χώρους του εγκεφάλου που φυσιολογικά περιέχουν υγρό.
Εκτίμηση του μεγέθους του κοιλιακού συστήματος, εντοπισμό υδροκεφάλου.
Ανίχνευση ή αποκλεισμό εγκεφαλικής αιμοραγίας και αιματώματος.
Εκτίμηση του μεσολοβίου για συγγενείς ανωμαλίες.
Ανίχνευση αλλοιώσεων που σχετίζονται με περιγεννητικές λοιμώξεις.
Για την εξέταση δεν χρειάζεται προετοιμασία χρειάζεται όμως η συνεργασία των κηδεμόνων ωστέ το βρέφος να είναι σχετικά ακίνητο κατά την εξέταση.
Η μέθοδος έχει απόλυτη χρησιμότητα ως screening ιδιαίτερα για τα πρόωρα νεογνά και αποτελεί την εξέταση εκλογής για να ανιχνεύσει παθολογία σε νεογνά που χρειάζονται περαιτέρω έλεγχο συνήθως με MRI ή να αποκλίσει παθολογία και να μη χρειάζεται περαιτέρω έλεγχος.
Ειδικά όσον αφορά τη μελέτη δυσμορφιών του κρανίου και τη σύγκλειση των ραφών ο υπέρηχος έχει περιορισμένη χρηστικότητα αφού είναι δύσκολη η δημιουργία 3διάστατων ανασυνθέσεων και η πανοραμική εκτίμηση του κρανίου, η μέθοδος εκλογής γιαυτό είναι η αξονική τομογραφία. Ο υπέρηχος μπορεί κυρίως να επιβεβαιώσει τη σύγκλιση των ραφών του κρανίου.
Το υπερηχογράφημα νεογνικού εγκεφάλου είναι ιδιαίτερα χρήσιμη εξέταση στα πρόωρα νεογνά.